Όταν
στις 28 Δεκεμβρίου 2011 η τουρκική αεροπορία βομβάρδιζε το χωριό Ουλούντερε
στις νοτιοανατολικές περιοχές με θλιβερό απολογισμό το θάνατο 35 Κούρδων χωρικών,
η κατάσταση στο Κουρδικό πρόβλημα απλά επιβεβαίωσε τη νέα του φάση. Ο στρατός
δήλωσε ότι «αντιλήφθηκε» τους χωρικούς ως αντάρτες του ΡΚΚ, ενώ στην
πραγματικότητα τα θύματα της κρατικής βίας ήταν λαθρέμποροι τσιγάρων και μαζούτ
από τις περιοχές του Βορείου Ιράκ! Μερικούς μήνες μετά τη συγκεκριμένη
αποκάλυψη και σε μια «παραφροσύνη» εθνικισμού, ο Υπουργός Εσωτερικών της
Τουρκίας Ιντρίς Ναϊμ Σιαχίν, δήλωνε για τα θύματα ότι «εάν συλλαμβάνονταν
ζωντανοί θα κατηγορούνταν δικαστικά για λαθρεμπόριο… είναι οι φιγούρες του
γεγονότος, εάν δούμε ολόκληρο το έργο δεν υπάρχει κάτι για το οποίο να πρέπει
να ζητηθεί συγνώμη»!
Μέσα
στο πλαίσιο που ολοκληρώνονταν με τη σφαγή των 35 ανθρώπων, το καθοριστικό
ερώτημα που προέκυπτε τότε ήταν εάν η αντίδραση του Υπουργού Εσωτερικών
συνιστούσε την νέα περιεκτική στρατηγική της κυβέρνησης ΑΚΡ στο Κουρδικό. Εάν
δηλαδή θα αποτελούσε το δόγμα της Άγκυρας για την αντιμετώπιση της νέας
τακτικής που έθετε επί τάπητος το ΡΚΚ. Συνεπώς στο επίκεντρο ολόκληρου του
πολιτικού συστήματος μπήκε για μια ακόμη φορά η αδυναμία των στρατιωτικών
μέτρων στην αντιμετώπιση της κουρδικής οργάνωσης, αλλά την ίδια στιγμή και η
ανθεκτικότητα του ΡΚΚ μέσα από την οποία φαίνεται να επιτυγχάνει τη διατήρηση
συμμαχιών τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας, όσο και στο εξωτερικό.
Η
νέα τακτική αγώνα που επέλεξε το ΡΚΚ, ουσιαστικά αποτελεί επιστροφή σε πιο
παλιές ένοπλες μεθόδους με στόχο τον «έλεγχο πεδίων και εδαφών» εντός Τουρκίας.
Σήμερα η τακτική αυτή ονομάστηκε «λαϊκός επαναστατικός αγώνας» και έχει ως
κεντρικό άξονα την εντατικοποίηση της κινητοποίησης του κουρδικού πληθυσμού
προς την κατεύθυνση της περαιτέρω προώθησης του αιτήματος για
«αυτονομία-ανεξαρτησία».
Όπως
προαναφέρθηκε, η τακτική αυτή δεν είναι εντελώς νέα αφού ακολουθήθηκε και στα
χρόνια πριν από την σύλληψη του Αμπντουλλάχ Οτζαλάν. Μετά τη σύλληψη του
Κούρδου ηγέτη και ιδιαίτερα κατά την περίοδο 1999-2005, το ΡΚΚ μείωσε δραστικά
τις ένοπλες επιχειρήσεις και έδωσε περισσότερο βάρος στην οργανωτική
ανασυγκρότηση εντός πόλεων. Δημιούργησε τα «κοινοβούλια Τουρκίας» και
προσπάθησε παράλληλα να αυξήσει την επιρροή και τον πολιτικό έλεγχο σε Δήμους
των νοτιοανατολικών-κουρδικών περιοχών της Τουρκίας.
Βασική
περιοχή για το ξεδίπλωμα της πολιτικής ενίσχυσης του κινήματος ήταν το
Ντιγιάρμπακιρ, πόλη σύμβολο για τους Κούρδους. Η δομή «Συνέδριο των Κουρδικών
Κοινοτήτων» (με τα αρχικά KCK, είναι η
πολιτική δομή που συνδέει το ΡΚΚ με τον πληθυσμό των πόλεων) σε μια κίνηση
περισσότερου συγκεντρωτισμού έθεσε κομισάριους της ένοπλης οργάνωσης για τους Δήμους
που έλεγχε το κουρδικό κόμμα και σταδιακά φρόντισε για την μαζικοποίηση
αιτημάτων όπως η αυτονομία-ανεξαρτησία. Στις δημοτικές εκλογές του 2009, το
Κόμμα Δημοκρατικής Κοινωνίας κέρδισε συνολικά 100 Δήμους στις νοτιοανατολικές
περιοχές. Σε αυτό το σημείο το τουρκικό κράτος ξεκίνησε τη δίωξη της δομής KCK με δικαστικές υποθέσεις υπό την καθοδήγηση των
εισαγγελέων ειδικών αρμοδιοτήτων. Το ΡΚΚ αναγκάστηκε σε σύντομο χρονικό
διάστημα να μετακίνηση το κέντρο δράσης του σε άλλες περιοχές. Όμως ταυτόχρονα
αναγκάστηκε να εντείνει την ένοπλη δραστηριότητα και να την διευρύνει με το
στόχο λαϊκού επαναστατικού αγώνα και ελέγχου εδαφών εντός Τουρκίας. Με αυτό τον
τρόπο, το ΡΚΚ στοχεύει σε αύξηση της πίεσης κατά του τουρκικού κράτους, στην
μετακίνηση του Οτζαλάν σε κατ’ οίκον περιορισμό, καθώς και σε έναρξη συνομιλιών
που να διασφαλίζουν ισότιμο καθεστώς μεταξύ του κουρδικού κινήματος και του τουρκικού
κράτους.
Στη
σημερινή φάση, φαίνεται ότι η Άγκυρα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την αναδίπλωση
του ΡΚΚ και την ικανότητα του να διατηρεί κοινωνική στήριξη, έστω και μειωμένη
σε σύγκριση με προηγούμενα χρόνια. Γιατί πλέον το μεγαλύτερο πρόβλημα για την
άρχουσα τάξη της χώρας, είναι η μη αποδοχή του ιστορικού δεδομένου της ταύτισης
ενός πολύ μεγάλου μέρους των Κούρδων με τον αγώνα του ΡΚΚ. Σε αυτό το σημείο
άλλωστε αποτυγχάνουν οι όποιες προσπάθειες αύξησης της δραστηριότητας του
τουρκικού στρατού, αφού υποτιμούν την λαϊκή στήριξη που απολαμβάνει το ΡΚΚ.
Συνεπώς, μπορεί η μέθοδος του λαϊκού επαναστατικού αγώνα που επέλεξε το
κουρδικό κίνημα την περίοδο αυτή να μην έφερε τα αποτελέσματα που αναμένονταν,
όμως στρέφουν πλέον τα ανώτατα δόματα της εξουσίας να σκέφτονται ακόμα και την
επανέναρξη των συνομιλιών.
Το
συνέδριο του ΑΚΡ στις 30 Σεπτεμβρίου αναμένεται να είναι διαφωτιστικό και προς
αυτή την κατεύθυνση. Έστω και αν το γενικότερο κλίμα δεν χαρακτηρίζεται από
αισιοδοξία, εντούτοις η προσοχή όλων εστιάζεται στην ομιλία του Πρωθυπουργού
Έρντογαν και ιδιαίτερα στα μηνύματα που θα αφήσει αναφορικά με το Κουρδικό.
Πηγές:
Cengiz Çandar, “Hükümete çağrı: BDP ile görüşün”,
Radikal, 30.9.2011Ruşen Çakır, “Kürtler arası iç savaş ihtimali var mı?”, Vatan, 24.9.2012
İsmail Küçükkaya, “Bu kan seçim için akıyor”, Akşam, 20.9.2012
Ali Bayramoğlu, “İdris Naim Şahin: İnciler mi itiraflar mı?”, Yeni Şafak, 24.5.2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου